- Κιτιέα
- Κιτιήςmasc acc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εικονογράφηση — Το σύνολο των διακοσμητικών στοιχείων και εικόνων που συνοδεύουν ένα κείμενο προκειμένου να το κάνουν ελκυστικότερο ή να τεκμηριώσουν το περιεχόμενό του. Γνωστή ήδη στην αιγυπτιακή και στην ελληνορωμαϊκή εποχή, η ε. γνώρισε μεγάλη ακμή στα… … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
στίλπων — Ένας από τους κυριότερους φιλόσοφους της Μεγαρικής Σχολής, δάσκαλος του Ζήνωνα του Κιτιέα, και μεγάλος πολέμιος της πλατωνικής διδασκαλίας περί Ιδεών. Γεννήθηκε στα Μέγαρα και έζησε εκεί σχεδόν όλη του τη ζωή ως τα βαθιά γεράματα. Φαίνεται πως… … Dictionary of Greek
στοά — Κτίριο ή χώρος μιας μεγαλύτερης οικοδομής, ανοιχτό προς το εξωτερικό και διαρρυθμισμένο στην εξωτερική του όψη, από μία ή περισσότερες κιονοστοιχίες. Πρόκειται συνήθως για χώρο ανοιχτό στο κοινό για συναντήσεις, συναθροίσεις ή και για την πώληση… … Dictionary of Greek
σφαίρος — I Μυθολογικό πρόσωπο, ηνίοχος του Πέλοπα. Μετά τοn θάνατό του τον θάψανε στο μικρό νησί που βρίσκεται κοντά στην Τροιζηνία και ονομάζεται γι’ αυτό Σφαιρία. Η κόρη του Πιθέα, βασιλιά της Τροιζήνας, έπειτα από όνειρο, έκανε στον τάφο του σπονδές… … Dictionary of Greek
Αρίστων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Σπάρτης (6ος αι. π.Χ.). Συμβασίλεψε με τον Αγιάδη Αναξανδρίδα. Βασίλεψε περίπου 40 χρόνια και νίκησε τους Τεγεάτες. 2. Κυρηναίος πολιτικός (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.). Ηγέτης της δημοκρατικής μερίδας… … Dictionary of Greek
Ζήνων ο Κιτιεύς — (Κίτιο, Κύπρος 336; – 264 π.Χ.). Φιλόσοφος, ιδρυτής της στωικής σχολής. Αρχικά ασχολήθηκε με το εμπόριο. Διαβάζοντας όμως τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα, αποφάσισε να στραφεί στη φιλοσοφία. Ταξίδεψε τότε στην Αθήνα και έγινε μαθητής του κυνικού … Dictionary of Greek
Ήριλλος — (3ος αι. π.Χ.). Στωικός φιλόσοφος από την Καρχηδόνα. Ήταν μαθητής του Ζήνωνα του Κιτιέα και ιδρυτής μιας φιλοσοφικής αίρεσης, η οποία θεωρούσε ύψιστο αγαθό την επιστήμη … Dictionary of Greek
στωική σχολή — Μία από τις σημαντικότερες τάσεις της φιλοσοφίας των ελληνιστικών χρόνων. Ως σχολή ιδρύθηκε τον 3o αι. π.Χ. από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα σε μια στοά της Αθήνας που λεγόταν Ποικίλη Στοά (από όπου πήρε και το όνομά της). Η στωική φιλοσοφία… … Dictionary of Greek